Τι επιδιώκει τώρα στο Κυπριακό ο Erdogan;

2030
οθωμανισμό

Καθώς καταλαγιάζουν οι πρώτες εντυπώσεις και συμπληρώνονται οι πληροφορίες, μετά και τις ηχηρές δηλώσεις Erdogan και Κοτζιά την Παρασκευή, η συνολική εικόνα για το Κυπριακό παραπέμπει σε ένα μεγάλο παζάρι που πλέον διεξάγεται δημόσια.
Η διεθνής διάσκεψη της Γενεύης για το ζήτημα των εγγυήσεων και της ασφάλειας δεν κατέγραψε βεβαίως πρόοδο, εφόσον οι εμπλεκόμενες πλευρές ουσιαστικά επανέλαβαν τις πάγιες θέσεις τους. Όμως, στη λογική της διαδικασίας “ανοικτού ορίζοντα” (open-ended), και μόνη η μη διακοπή των συνομιλιών συνιστά πρόοδο. Το γεγονός ότι οι συμμετέχοντες ανανέωσαν το ραντεβού τους για τις 18 Ιανουαρίου σε τεχνικό επίπεδο σημαίνει ότι κανείς τους δεν έχει τη βούληση να επωμισθεί το κόστος μιας τέτοιας διακοπής.
Για την τουρκική πλευρά, η παγίωση, ακόμη και στο τεχνικό επίπεδο, του σχήματος της πενταμερούς, χωρίς παρουσία άλλων διεθνών παικτών, χωρίς σαφή πρόσκληση της Κυπριακής Δημοκρατίας και με την Ε.Ε. σε ρόλο παρατηρητή, αποτελεί μια πρώτη επιτυχία.
Όμως η διαιώνιση της διαδικασίας και μάλιστα με επικέντρωση στο ζήτημα των εγγυήσεων και των στρατευμάτων, χωρίς οριστικοποίηση άλλων ανταλλαγμάτων στις εσωτερικές πτυχές του Κυπριακού (λ.χ.  εκ περιτροπής προεδρία) φέρνει σε άβολη θέση την Τουρκία, ιδίως όσο συνειδητοποιεί ότι και ο “διεθνής παράγοντας” τείνει να αποδεχθεί την επιχειρηματολογία που έχει οικοδομήσει τον τελευταίο χρόνο η Αθήνα.
Πράγματι, το καθεστώς των εγγυήσεων είναι ένα απαρχαιωμένο μεταποικιοκρατικό κατάλοιπο και η παρουσία των τουρκικών στρατευμάτων στη βόρεια Κύπρο αποτελεί προϊόν παράνομης εισβολής και κατοχής. Το γεγονός αυτό, που κινδύνευε να ξεχαστεί, έχει βρεθεί και πάλι στο προσκήνιο – βοηθούσης και της γενικότερης επιδείνωσης της διεθνούς εικόνας της Τουρκίας του Erdogan, αλλά και της επιθυμίας της Ε.Ε. να επιβεβαιώσει το βάρος της μετά το Brexit.
Η κυριότερη “κόκκινη γραμμή” της Άγκυρας (που άλλωστε συντονίζεται και με τις διαθέσεις της πλειοψηφίας των Τουρκοκυπρίων, όπως καταγράφονται δημοσκοπικά) απειλείται. Απέναντι σε αυτό, ο Tayyip Erdogan πραγματοποιεί έναν ευφυή ελιγμό, ώστε να μεταφέρει και πάλι στην πίεση στην απέναντι πλευρά.
Το ύφος του είναι άκρως επιθετικό και “ερντογανικό”: όμως η ουσία των δηλώσεών του την Παρασκευή αποτελεί δημόσια προσφορά ενός περιγράμματος επίλυσης, με στοιχεία εντυπωσιακών για Τούρκο ηγέτη παραχωρήσεων.
Οι παραχωρήσεις αφορούν ακριβώς το ζήτημα των εγγυήσεων και της ασφάλειας, στο οποίο έχει οικοδομηθεί το επιχείρημα της ελληνικής πλευράς, ώστε αυτή  να δυσκολευτεί να τις αρνηθεί. Ο Erdogan “διεκδικεί” την επιστροφή στο καθεστώς του 1960-1974, δηλ. την παρουσία στο Νότο της ΕΛΔΥΚ με 950 άνδρες και στο Βορρά της ΤΟΥΡΔΥΚ με 650 άνδρες (έναντι 35.000 ανδρών των κατοχικών στρατευμάτων σήμερα). Μάλιστα αφήνει ανοικτό και το ενδεχόμενο πλήρους απόσυρσης των στρατευμάτων αν και η ελληνική πλευρά πράξει το ίδιο (σαν  να ήταν η ΕΛΔΥΚ το εμπόδιο στην επίτευξη μιας συμφωνίας μέχρι σήμερα…).
Στο δε θέμα των εγγυήσεων, διακηρύσσει ότι “Η Τουρκία δεν θα φύγει ποτέ από το νησί”, εννοώντας πάντως, όπως εξηγεί, ότι η χώρα του δεν θα μπορεί να αποκλεισθεί από οποιοδήποτε μελλοντικό εγγυοδοτικό σχήμα.
Οι θέσεις αυτές είναι βέβαιο ότι καταγράφονται με ενδιαφέρον και στην Αθήνα και τη Λευκωσία. Ήδη ο γ.γ. Άντρος Κυπριανού σε ερώτηση για τις δηλώσεις Erdogan δήλωσε: “δεν μας ικανοποιούν, αλλά πρέπει να πω ότι σε σύγκριση με άλλες δηλώσεις του είναι πολύ πιο προχωρημένες, με την έννοια ότι για πρώτη φορά αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο αποχώρησης όλων των ξένων στρατευμάτων, κάτι που θεωρώ ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό”.
Είναι προφανές ότι ο Erdogan όχι μόνο επιδιώκει να ελιχθεί τακτικά σε ό,τι αφορά την διαπραγμάτευση για το Κυπριακό, αλλά και πιέζεται ευρύτερα από την κατάσταση της χώρας του, που πέραν των λοιπών πολιτικών και στρατιωτικών προκλήσεων αναμετριέται καθημερινά αυτό το διάστημα με την απειλή της οικονομικής κατάρρευσης.
Όμως η δημόσια προσφορά του έχει τίμημα – το οποίο και αν ακόμη δεχθούν οι διαπραγματευόμενες πολιτικές ηγεσίες Λευκωσίας και Αθηνών είναι πολύ αμφίβολο αν θα συγκατατεθούν να το καταβάλλουν οι Ελληνοκύπριοι ψηφοφόροι.
Ο Erdogan επιμένει στην εκ περιτροπής προεδρία, με αναλογία δύο θητειών για Ελληνοκύπριο έναντι μίας για Τουρκοκύπριο, αρνούμενος “αγέρωχα” την αναλογία 4 προς 1, που δεν βρίσκεται πραγματικά στο τραπέζι. Κυρίως, όμως επιδεικνύει σημαντική σκλήρυνση της στάσης του στο εδαφικό, προτείνοντας επιστροφή της κλειστής πόλης της Αμμοχώστου (στη νεκρή ζώνη) έναντι της σύνδεσης του απομονωμένου τουρκοκυπριακού θύλακα των Κοκκίνων (στην Τηλλυρία) με την κατεχόμενη Μόρφου. Με άλλα λόγια, όχι απλώς δεν συγκατατίθεται στην επιστροφή της Μόρφου, την οποία εξασφάλιζε το 2004 το Σχέδιο Ανάν (που, όπως ο ίδιος τώρα δηλώνει, “είναι νεκρό”), αλλά και διεκδικεί ελεύθερη περιοχή: την μικρή κατοικούμενη ζώνη ανάμεσα στα Κόκκινα και την “πράσινη γραμμή”.
Το συμβολικό και πραγματικό πλήγμα για τους Ελληνοκύπριους είναι μεγάλο – και ήδη τα ελληνοκυπριακά κόμματα του λεγόμενου “ενδιάμεσου χώρου”, που αντιμετωπίζουν επιφυλακτικά τη λύση της διζωνικής-δικοινοτικής ομοσπονδίας, αντιδρούν έντονα.
*Πηγή: capital.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας