Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα: Η αντιδραστική απόφαση Trump και η υποκρισία ΕΕ και Κίνας

2084
οηε

Η απόφαση του Donald Trump να αποσύρει τις ΗΠΑ από την Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα, είναι απαράδεκτη και θα προσθέταμε καταστροφική.
Ανεξάρτητα αν η απόφαση αυτή είναι δυνατόν να εφαρμοστεί άμεσα, έχει προκαλέσει πολλές αντιπαραθέσεις και έχει διχάσει τον πλανήτη.
Ένα νέο μπλοκ ΕΕ – Κίνας έχει συγκροτηθεί για να υπερασπίσει, υποτίθεται, την Συμφωνία του Παρισιού.
Στην πραγματικότητα βαθαίνει το ρήγμα στη Δύση, ανάμεσα στην γερμανική Ευρώπη και τις ΗΠΑ αλλά και οι τριγμοί ανάμεσα σε Κίνα και ΗΠΑ, καταστάσεις που έχουν βαθύτερα αίτια.
Η αλήθεια πάντως είναι πως η Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα δεν αποτελεί ούτε καν ένα ημίμετρο για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Δυστυχώς, υπάρχει πολύ μεγάλη υποκρισία και λέγονται πολλά ψέμματα σχετικά με την περίφημη αυτή Συμφωνία.
Το πρώτο είναι ότι η Συμφωνία του Παρισιού θα έχει πολύ περιορισμένη έως ελάχιστη επίδραση στην καταστρεπτική αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη, η οποία θα συνεχιστεί επικίνδυνα.
Το δεύτερο είναι ότι και αυτή η περιορισμένη επίδραση που θα έχει στο κλίμα η Συμφωνία του Παρισιού κινδυνεύει να εξαφανιστεί από το γεγονός, ότι όλες οι χώρες που κόπτονται για την Συμφωνία του Παρισιού στην πραγματικότητα σκοπεύουν να την εφαρμόσουν πλημμελέστατα ή και ελάχιστα στην πράξη.
Το τρίτο είναι ότι η Συμφωνία του Παρισιού είναι κομμένη και ραμμένη να δίνει άλλοθι στις ανεπτυγμένες χώρες, ενώ αδικεί τις πιο φτωχές, οι οποίες και θα πληρώσουν, ως συνήθως, τη νύφη.
Με δυο λόγια για την Συμφωνία του Παρισιού ταιριάζει στην κυριολεξία η φράση: «Άνθρακες ο θησαυρός»!
Αυτό φυσικά δεν δικαιολογεί καθόλου την αντιδραστική απόφαση Trump, αλλά αναδεικνύει την ανάγκη για ριζική αλλαγή κατεύθυνσης.
Η πραγματική χαλιναγώγηση της κλιματικής αλλαγής για έναν βιώσιμο πλανήτη απαιτεί πολύ πιο ριζοσπαστικά μέτρα και κυρίως ένα νέο οικολογικό αναπτυξιακό οικονομικό πρότυπο, που δεν θα θέτει σε προτεραιότητα το καπιταλιστικό κέρδος, αλλά το κοινωνικό όφελος, την κοινωνική δικαιοσύνη και την απασχόληση.
Γι’ αυτήν την αδήριτη ανάγκη, που έχει καταστεί όρος για την επιβίωση του πλανήτη, δυστυχώς, δεν κάνουν καμία νύξη όλα τα κυρίαρχα μίντια στον κόσμο που ασχολούνται με τις αντιπαραθέσεις γύρω από την Συμφωνία του Παρισιού, οι οποίες έχουν άλλες, κυρίως, προεκτάσεις και όχι το κλίμα.
Τα αναθέματα ΕΕ και Κίνας στον Trump δεν έχουν στόχο την αντιδραστική πολιτική του.
Αντίθετα, υποκρύπτουν μεγάλη υποκρισία και υπηρετούν σκληρά ιδιοτελή συμφέροντα που κάθε άλλο παρά επιδιώκουν να καταπολεμήσουν την κλιματική αλλαγή.

ΙΩΑΝΝΑ ΒΡΕΜΗ

Στη συνέχεια παραθέτουμε, χωρίς κρίσεις και σχόλια, ρεπορτάζ από ιστοσελίδες.

Γιατί ο Τραμπ μπορεί να μην έχει τον τελευταίο λόγο για το κλίμα

Ο νέος πλανητάρχης κατάφερε να αναστατώσει τον πλανήτη ανακοινώνοντας ότι δεν θα εφαρμόσει την ιστορική Συμφωνία του Παρισιού κατά της κλιματικής αλλαγής. Μόνο που η απόσυρση δεν μπορεί να ισχύσει «από σήμερα» όπως ισχυρίστηκε. Και η τελευταία λέξη μπορεί να ανήκει σε άλλον.

Ο νομικός μηχανισμός της Συμφωνίας, στην οποία έχουν δεσμευτεί όλες οι χώρες του κόσμου εκτός από τη Συρία, τη Νικαράγουα και τώρα τις ΗΠΑ, προβλέπει ότι καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να αποσυρθεί σε λιγότερο από τρία χρόνια μετά την ενεργοποίηση της συμφωνίας, ενώ για την ολοκλήρωση της διαδικασίας αποχώρησης απαιτείται τουλάχιστον ένα επιπλέον έτος.
Γι΄αυτό εξάλλου και ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ προειδοποίησε αυτήν την εβδομάδα ότι η αποχώρηση που ετοιμαζόταν να ανακοινώσει ο Αμερικανός πρόεδρος «δεν γίνεται ακριβώς έτσι».
«Σε σύγχυση»
Οι νομικοί περιορισμοί «σημαίνουν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπορούν να ολοκληρώσουν την αποχώρηση από τη Συμφωνία του Παρισιού πριν από τις 5 Νοεμβρίου 2020, μία μέρα μετά τις επόμενες προεδρικές εκλογές. Επομένως ο κ. Τραμπ δεν θα έχει αποσυρθεί από τη συμφωνία στη διάρκεια αυτής της προεδρικής θητείας» εξηγεί ο Μπομπ Γουόρντ του Ερευνητικού Ινστιτούτου «Γκράνταμ» για την Κλιματική Αλλαγή στο LSE του Λονδίνου.
Και όπως σχολιάζει ο δικτυακός τόπος του περιοδικού Nature, η τελευταία λέξη για την αποχώρηση των ΗΠΑ ίσως έρθει από τον νικητή των επόμενων εκλογών.

Στην ανακοίνωση που υπογράφει μαζί με τον διάσημο οικονομολόγο Νίκολας Στερν, ο Μποπ Γουόρντ συμπεραίνει ότι ο Αμερικανός πρόεδρος βρίσκεται σε «σύγχυση».

Ένα επιπλέον επιχείρημα που στηρίζει αυτή τη διαπίστωση είναι η δήλωση του Τραμπ ότι «οι ΗΠΑ θα αρχίσουν συνομιλίες προκειμένου να επιστρέψουν στη Συμφωνία του Παρισιού ή μια εντελώς νέα συναλλαγή με όρους που θα είναι δίκαιοι για τις ΗΠΑ, τις επιχειρήσεις, τους εργαζομένους και τους φορολογουμένους της».
Στην παράδοξη αυτή δήλωση έσπευσε να απαντήσεi η γραμματεία της Συνθήκης-Πλαισίου του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή (UNFCC), ξεκαθαρίζοντας ότι η συμφωνία «δεν μπορεί να τεθεί εκ νέου σε διαπραγμάτευση βάσει του αιτήματος ενός συμμετέχοντος».
Άλλοι αναλυτές σχολιάζουν επίσης ότι οι αμερικανικές προσπάθειες για το κλίμα δεν θα παγώσουν τελείως, αφού η Καλιφόρνια και άλλες μεγάλες πολιτείες, καθώς και μεγάλες αμερικανικές επιχειρήσεις, έχουν ξεκαθαρίσει ότι θα εφαρμόσουν τα δικά τους σχέδια για μείωση των εκπομπών.
Σε όλο τον κόσμο, εξάλλου, οι αγορές ενέργειας συνεχίζουν τη μετάβαση σε καθαρές πηγές ενέργειας, μακριά από τη βιομηχανία λιθάνθρακα που προσπαθεί απεγνωσμένα να σώσει ο Τραμπ.

*Πηγή: in.gr, Βαγγέλης Πρατικάκης

Παραπλανητικές οι «μελέτες» που επικαλέστηκε ο Τραμπ για το κλίμα

Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ παρερμήνευσε μια από τις μελέτες που επικαλέστηκε για να δικαιολογήσει την αποχώρηση από τη Συμφωνία του Παρισιού, διευκρίνισαν την Παρασκευή ερευνητές του ΜΙΤ, ενώ άλλοι ειδικοί χαρακτηρίζουν αναξιόπιστη μια δεύτερη έρευνα στην οποία αναφέρθηκε ο πλανητάρχης.

Το απόγευμα της Πέμπτης ο Τραμπ ανακοίνωσε επίσημα την απόφαση να αποσύρει τις ΗΠΑ από την ιστορική συμφωνία υποστηρίζοντας μεταξύ άλλων ότι δεν θα φρενάρει αρκετά την άνοδο της θερμοκρασίας.
«Ακόμη κι αν εφαρμοζόταν πλήρως η Συμφωνία του Παρισιού, με πλήρη συμμόρφωση απ’ όλες τις χώρες, υπολογίζεται ότι μέχρι το 2100 η παγκόσμια θερμοκρασία θα μειωνόταν κατά μόλις δύο δέκατα του ενός βαθμού Κελσίου. Πολύ, πολύ μικρό ποσοστό» είπε.

Ο ισχυρισμός αυτός αποδόθηκε σε έρευνα που διεξήγαγε το Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης (MIT), σύμφωνα με έγγραφα του Λευκού Οίκου που είδε το Reuters.

Το ΜΙΤ είχε δημοσιεύσει τον Απρίλιο του 2016 έρευνα με τον τίτλο: «Πόση διαφορά θα κάνει η Συμφωνία του Παρισιού;» η οποία δείχνει ότι εάν οι χώρες τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους, η άνοδος της θερμοκρασίας παγκοσμίως θα περιοριστεί κατά 0,6 έως 1,1 βαθμό Κελσίου μέχρι το 2100.
«Ασφαλώς και δεν υποστηρίζουμε την αποχώρηση των ΗΠΑ από την Συμφωνία του Παρισιού» ξεκαθάρισε ο Έργουαν Μονιέρ, μέλος της ερευνητικής ομάδας.
«Αν δεν κάνουμε τίποτε, η παγκόσμια θερμοκρασία μπορεί να αυξηθεί κατά 5 βαθμούς ή και παραπάνω, και αυτό θα ήταν καταστροφικό» τόνισε ο Τζον Ράιλι, διευκρινίζοντας προσθέτοντας ότι οι επιστήμονες του ΜΙΤ δεν είχαν καμία επαφή με τον Λευκό Οίκο, ούτε τους δόθηκε η ευκαιρία να εξηγήσουν την έρευνά τους.
Ανώτερο στέλεχος της κυβέρνησης υπεραμύνθηκε της χρήσης του πορίσματος από τον Τραμπ. «Δεν είναι μόνον το ΜΙΤ. Πιστεύω ότι υπάρχει συναίνεση όχι μόνον στην κοινότητα των περιβαλλοντολόγων αλλά και αλλού ότι η Συμφωνία του Παρισιού από μόνη της θα έχει πολύ μικρή επίπτωση στην κλιματική αλλαγή» δήλωσε.
Επικρίσεις στα «επιστημονικά» επιχειρήματα Τραμπ ήρθαν και από τον Μπομπ Γουόρντ του Ερευνητικό Κέντρο Κλιματικής Αλλαγής «Γκράνταμ» στο LSE του Λονδίνου: «Ο πρόεδρος Τραμπ επικαλέστηκε μια σειρά πλαστών πηγών, συμπεριλαμβανομένης μιας μελέτης με θεμελιώδη λάθη που δημοσιεύτηκε τον Μάρτιο του 2017 από την NERA Economic Consulting» γράφει σε ανακοίνωση την οποία συνυπογράφει με τον διάσημο οικονομολόγο Νίκολας Στερν.
Η επίμαχη μελέτη «υπολογίζει το κόστος που θα είχε για τις ΗΠΑ η συμμόρφωση με τους στόχους της συμφωνίας, βασιζόμενη όμως σε πολλές μη ρεαλιστικές υποθέσεις, όπως ότι όλες οι υπόλοιπες χώρες αγνοούν τους στόχους, ή ό,τι δεν υπάρχει ανάπτυξη ηλεκτρικών καυσίμων για να αντικατασταθούν αυτά που κινούνται με βενζίνη».
Δεδομένου ότι η στην επιστημονική κοινότητα υπάρχει σχεδόν απόλυτη ομοφωνία σχετικά με την πραγματικότητα και τη απειλή της κλιματικής αλλαγής, είναι εμφανές ότι ο νέος ένοικος του Λευκού Οίκου έχει πάρει διαζύγιο από την επιστήμη και διαστρεβλώνει την αλήθεια.

 Ποιες επιπτώσεις θα έχει η αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Συμφωνία του Παρισιού

Ο επίσημος στόχος της Συμφωνίας του Παρισιού για το κλίμα θα ήταν ούτως ή άλλως δύσκολο να επιτευχθεί, μοιάζει όμως ακόμα πιο χλωμός μετά την απόφαση των ΗΠΑ να αποσυρθούν.
Η συμφωνία που υπογράφηκε το 2015 στο Παρίσι, με τη συμμετοχή σχεδόν όλης της διεθνούς κοινότητας, προβλέπει ότι η άνοδος της θερμοκρασίας μέχρι τα τέλη του αιώνα πρέπει να συγκρατηθεί κάτω από τους 2,0 βαθμούς Κελσίου σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα του 19ου αιώνα.
Ήδη, η θερμοκρασία έχει ανέβει κατά σχεδόν 1,0 βαθμό Κελσίου, και τα περιθώρια είναι στενά.
Ένα βασικό πρόβλημα που προκύπτει από την απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ αφορά την ηγεσία της παγκόσμιας προσπάθειας -ο προκάτοχός του Μπαράκ Ομπάμα και ο κινέζος πρόεδρος Σι Ζινπίνγκ έπαιξαν κεντρικό ρόλο στο δρόμο προς το Παρίσι συγκροτώντας συμμαχία μαζί με την ΕΕ και ορισμένα μικρά νησιωτικά κράτη.
Η Ευρώπη και η Κίνα -η οποία έχει ξεπεράσει τις ΗΠΑ ως ο μεγαλύτερος παραγωγός αερίων του θερμοκηπίου- αναμένεται να εκδώσουν την Παρασκευή κοινό ανακοινωθέν με το οποίο επαναλαμβάνουν τη δέσμευσή τους στη συμφωνία και δηλώνουν την προθυμία τους να ηγηθούν.
Παραμένει ωστόσο αμφίβολο αν η διεθνής κοινότητα μπορεί να αναπληρώσει το κενό. «Πιστεύω ότι είναι πολύ δύσκολο να καλύψει κανείς τον χώρο που αφήνουν άδειο οι Αμερικανοί» σχολιάζει ο Ντέιβιντ Βίκτορ, ειδικός του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Σαν Ντιέγκο.
Όπως σημειώνει, ακόμα και χωρίς την παρέμβαση του Τραμπ οι ΗΠΑ ήταν απίθανο να πετύχουν το στόχο που απορρέει από τη συνθήκη για μείωση των εγχώριων εκπομπών. Σύμφωνα με ανάλυση του οργανισμού Climate Action Tracker, οι περιβαλλοντικές πολιτικές που είχε καθιερώσει ο Μπαράκ Ομπάμα θα μείωναν τις εγχώριες εκπομπές κατά 10%, σε σχέση με τα επίπεδα του 2005, μέχρι το 2025. Το ποσοστό αυτό βρίσκεται πολύ κάτω από το 26% για το οποίο είχαν δεσμευτεί οι ΗΠΑ βάσει της συμφωνίας.
Το ίδιο ισχύει και για αρκετά ακόμα βιομηχανικά κράτη που κατέθεσαν ανεπαρκείς δεσμεύσεις για την περίοδο 2015-2030, δημιουργώντας επιφυλάξεις για την επίτευξη του στόχου των 2 βαθμών.
Υπάρχουν εξάλλου μελέτες που προειδοποιούν ότι μια άνοδος της θερμοκρασίας κατά περισσότερους από 2 βαθμούς είναι ήδη αναπόφευκτη, ό,τι μέτρα κι αν ληφθούν. Ωστόσο κανείς δεν μπορεί προβλέψει με σιγουριά, αφού ο βαθμός αβεβαιότητας είναι μεγάλος.
Σε κάθε περίπτωση, το μεγαλύτερο μέρος της διεθνούς κοινότητας έχει ήδη ξεκινήσει την προσπάθεια και οι αγορές ενέργειας σε όλο τον κόσμο συνεχίζει τη μετάβαση σε καθαρές πηγές ενέργειας.
Και αυτός είναι ο λόγος που πολλοί αναλυτές εκτιμούν ότι η απόσυρση των ΗΠΑ από τη συμφωνία θα κοστίσει στην οικονομία τους λόγω μείωσης των επενδύσεων σε ΑΠΕ και νέες τεχνολογίες ενέργειας.
Λίγο πριν ανακοινωθεί η απόφαση Τραμπ, εξάλλου, 25 αμερικανικές εταιρείες, ανάμεσά τους οι Google, Facebook, Apple, Microsoft, Intel, HP, Morgan Stanley και Unilever επισήμαιναν με καταχώρησή τους στον Τύπο ότι η Συμφωνία του Παρισιού θα ενίσχυε την ανταγωνιστικότητα, θα αύξανε τις θέσεις εργασίας και θα μείωνε τους επιχειρηματικούς κινδύνους.
Εκτός από τη βιομηχανία, αρκετές πολιτείες, όπως η Καλιφόρνια, η Νέα Υόρκη και η Ουάσινγκτον, δήλωσαν ότι θα υλοποιήσουν τα δικά τους μέτρα μείωσης των εκπομπών ανεξάρτητα από την απόφαση Τραμπ.

*Πηγή: in.gr, Βαγγέλης Πρατικάκης

H Σίλικον Βάλεϊ κόντρα στην απόφαση Τραμπ για την παγκόσμια θέρμανση

Λίγο πριν ανακοινωθεί η απόφαση-βόμβα του Ντόναλντ Τραμπ για την κλιματική αλλαγή, μεγάλες αμερικανικές εταιρείες όπως η Apple, η Google και η Facebook δημοσίευαν καταχώρηση στις εφημερίδες καλώντας τον Αμερικανό πρόεδρο να τηρήσει τη Συμφωνία του Παρισιού. Λίγες ώρες αργότερα, ο Έλον Μασκ και άλλα διευθυντικά στελέχη ανακοίνωναν ότι παραιτούνται από σύμβουλοι του Λευκού Οίκου.
Ο Τραμπ αποφάσισε να αποσύρει τις ΗΠΑ από τη διεθνή συμφωνία του 2015 για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, παρά τις αντιρρήσεις διευθυντικών στελεχών αμερικανικών επιχειρήσεων αλλά και των Ευρωπαίων συμμάχων της Ουάσινγκτον.
«Η κλιματική αλλαγή είναι πραγματική. Η εγκατάλειψη της συμφωνίας δεν είναι καλή για την Αμερική αλλά και παγκοσμίως» έγραψε στο Twitter ο Μασκ, ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος των εταιρειών Tesla και SpaceX.
Ο Μασκ είναι μέλος του Στρατηγικού Φόρουμ Πολιτικής που έχει συγκροτήσει ο Τραμπ -πρόκειται για ένα συμβουλευτικό όργανο επιχειρηματικότητας αλλά και για το συμβούλιο που ασχολείται με θέματα δημιουργίας νέων βιομηχανικών θέσεων εργασίας στις ΗΠΑ.
Ο αμερικανός δισεκατομμυριούχος δήλωσε την Τετάρτη ότι «έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του» προκειμένου να μεταπείσει τον πρόεδρο Τραμπ, και απείλησε με αποχώρηση από το συμβουλευτικό όργανο στην περίπτωση που τελικά οι ΗΠΑ αποχωρούσαν.
Την ίδια στάση κρατά ο εκτελεστικός διευθυντής της Walt Disney Ρόμπερτ Ίγκερ, ο οποίος έγραψε στο Twitter: «Είναι θέμα αρχής. Παραιτήθηκα από το συμβούλιο του προέδρου μετά την αποχώρηση #ParisAgreement withdrawal».
Ο εκτελεστικό διευθυντής της Uber Technologies Τράβις Καλάνικ παραιτήθηκε από το συμβούλιο τον Φεβρουάριο, μετά την άσκηση πιέσεων από τους ακτιβιστές και τους εργαζόμενους που ήταν αντίθετοι στην μεταναστευτική πολιτική του προέδρου Τραμπ.
Στο συμβούλιο προεδρεύει ο Στίβεν Σβάρτσμαν, εκτελεστικός διευθυντής στον όμιλο Blackstone Group LP, και συμμετέχουν ο Ίντρα Νούγι, εκτελεστικός διευθυντής της PepsiCo Inc, αλλά και ο Τζέιμς Ντάιμον, εκτελεστικός διευθυντής της JP Morgan Chase & Co.
Την 1η Ιουνίου, λίγες ώρες πριν ανακοινωθεί επίσημα η απόφαση Τραμπ, 25 αμερικανικές εταιρείες, ανάμεσά τους οι Facebook, Microsoft, Google, Apple, Intel, HP, Morgan Stanley και Unilever, δημοσίευσαν καταχώρηση σε μεγάλες εφημερίδες ζητώντας την παραμονή των ΗΠΑ στη συμφωνία.
Αυτό, αναφέρουν, θα ενίσχυε την ανταγωνιστικότητα, θα αύξανε τις θέσεις εργασίας και θα μείωνε τους επιχειρηματικούς κινδύνους.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας